αίρα ή είρα

αίρα ή είρα
Φυτό της οικογένειας των αγρωστωδών, κοινότατο ζιζάνιο σε όλη την Ελλάδα, ιδίως του σιταριού και του κριθαριού. Η επιστημονική του ονομασία είναι λόλιο το μεθυστικό. Τα σπέρματά του περιέχουν μια τοξική ουσία, που οφείλεται σε συμβίωση με το μυκήλιο ενός μύκητα, γι’ αυτό είναι επιβλαβή και στους ανθρώπους και στα ζώα αν τα καταναλώσουν, έστω και αλευροποιημένα μαζί με το σιτάρι· επιφέρουν σκοτοδίνη και εμετό, ενίοτε και τον θάνατο. Αντίθετα, το χόρτο της α. είναι εντελώς αβλαβές. Στο ίδιο γένος (λόλιο)ανήκουν και άλλα είδη, που είναι άριστα νομευτικά φυτά, φυτρώνουν σε βοσκότοπους και συχνά καλλιεργούνται επειδή έχουν άφθονη αναβλάστηση. Χρησιμοποιούνται επίσης για τον σχηματισμό χλοοταπήτων (γκαζόν) στους κήπους. Α. ονομάζεται επίσης ένα άλλο γένος αγρωστωδών, που έχει πάνω από 25 είδη, ιθαγενή των εύκρατων και ψυχρών χωρών, από τα οποία στην Ελλάδα απαντώνται πέντε, αλλά διαδεδομένο είναι ένα, η α. η τριχοειδής. Είναι φυτά κυρίως νομευτικά ενώ ορισμένα από αυτά είναι καλλωπιστικά. Λόλιο το μεθυστικό, η κοινή αίρα: φυτό και στάχυς. Λόλιο το ιταλικό του γένους αίρα, καλλιεργημένο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αίρα — (I) η (Α αἶρα) (Ν και είρα, ήρα, αέρα, γαίρα) ζιζάνιο τών σιτηρών νεοελλ. ο καρπός τής αίρας, μεθυστικός και δηλητηριώδης. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολογίας. Η λ. συνδέεται πιθ. με το σανσκριτ. erakā, είδος χόρτου, οπότε και οι δύο λέξεις αποτελούν… …   Dictionary of Greek

  • πρώρα — η, ΝΜΑ, και πλώρη Ν, και επικ. και ιων. τ. πρῴρη και πρῷρα και ποιητ. τ. πρώϊρα και άχρηστος ασυναίρ. τ. στον Ηρωδιανό πρώειρα και πρώρρα Α το πρόσθιο σφηνοειδές άκρο τού πλοίου, το προορισμένο να διασχίζει το νερό νεοελλ. (κατ επέκτ.) το πρόσθιο …   Dictionary of Greek

  • αιρικός — αἰρικός, ή, ὸν (Α) [αἶρα] αυτός που γίνεται από αίρα* ή που περιέχει αίρα*, είρα …   Dictionary of Greek

  • αίρινος — αἴρινος, η, ον (Α) [αἶρα] αιρικός, από είρα, με είρα …   Dictionary of Greek

  • αιρώδης — αἰρώδης, ες (Α) [αἶρα] αιρικός*, από είρα, με είρα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”